- προσεπισφραγιζομένης
- προσεπισφραγίζομαιset one's seal topres part mp fem gen sg (attic epic ionic)προσεπισφρᾱγιζομένης , προσεπισφραγίζομαιset one's seal topres part mp fem gen sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.